Ο Ρυθμός στη Μουσική Εκπαίδευση
Apr 10, 2012Η καλλιέργεια της ρυθμικής ευαισθησίας του μαθητή είναι αποτέλεσμα χρόνιας και μεθοδικής μουσικής εκπαίδευσης. Έχω αναφερθεί στο ζήτημα αυτό και σε προηγούμενο άρθρο με τον τίτλο Μερικά βασικά μαθήματα μουσικής παιδείας.
Ρυθμός και δάσκαλος
Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η σφαιρική κατάρτιση του δασκάλου, ο προβληματισμός και η διαρκής ενασχόλησή του με αυτό το τόσο σημαντικό και ταυτόχρονα παρεξηγημένο στοιχείο της μουσικής.
Η αφομoίωση και κατάκτηση της ρυθμικής ευαισθησίας, δηλ. της κίνησης μέσα σε ορισμένα χρονικά όρια που παρουσιάζουν μια περιοδικότητα, σίγουρα δεν εξαντλείται στα πλαίσια ενός τυπικού μαθήματος ύλης. Ούτε είναι αυτονόητο ότι ακόμη και μαθητές που έχουν μεγαλύτερη ευκολία, συγκριτικά με άλλους, μπορούν να αυτενεργήσουν χωρίς προβλήματα.
Η “έκ-ρυθμη” κατάσταση
Βλέπω λοιπόν γύρω μου έναν εφησυχασμό από πλευράς αρκετών διδασκόντων, σε ότι αφορά ρυθμικά ζητήματα, καθώς και μια παθητική συχνά στάση για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι εκπαιδευόμενοι. Η διδασκαλία έχει συνήθως να κάνει με την απλή περιγραφή σχημάτων και χρόνων και όχι με την ουσιαστική κίνηση μέσα σε πραγματικό χρόνο.
Επιπλέον, παρατηρώ ότι πολλά παιδιά γνωρίζουν όλες ή περίπου όλες τις παραμέτρους του ρυθμού, αλλά αγνοούν το σημαντικότερο. Τον συνδυασμό και τον αλληλοσυσχετισμό τους, ώστε να παράγονται κάθε φορά συγκεκριμένα αποτελέσματα.
Δίνω αμέσως ένα παράδειγμα. Είναι γνωστό, ότι με το παρακάτω σχήμα αρχίζει:
1) το Γαμήλιο Εμβατήριο του R. Wagner και
2) το χριστουγεννιάτικο τραγουδάκι “Ω Έλατο”.
Θα πει αμέσως κάποιος ότι αυτό είναι γνωστό, πανεύκολο και γελοίο! Σωστά;
Σωστά, αν το “σερβίρει” κανείς έτοιμο, χωρίς να το περάσει από κάποια διαδικασία σκέψης.
Αλλά ας κάνουμε εδώ ένα απλό πείραμα
Το επινόησα με αφορμή τη δυσκολία ενός μαθητή μου να μετρήσει σωστά το ελλιπές μέτρο. Είναι εξαιρετικά απλό. Δίνουμε τις παραπάνω δύο μελωδίες, εξαφανίζοντας τις διαστολές και ζητούμε από τους μαθητές να τις ξανατοποθετήσουν, αφού βρουν το μέτρο, μετά την ακρόαση των μελωδιών.
Αρχικά, κινούμενη διερευνητικά, το δοκίμασα σε μια ομάδα μαθητών 9-18 ετών που έχουν διδαχθεί από διαφορετικούς διδάσκοντες τις στοιχειώδεις παραμέτρους του ρυθμού.
Οι σωστές απαντήσεις που είχαν να κάνουν με την εμπεδωμένη γνώση σχετικά με τα τονισμένα και τα ατόνιστα μέρη που καθορίζουν το μέτρο ήταν ελάχιστες ακόμη και από εκείνους που δίνουν την εντύπωση ότι κατανοούν.
Η αρχή των δύο μελωδιών δείχνει σαφώς τη διαφορά τους!
Απαραίτητη η διδασκαλία (και) του ρυθμού
Ο λόγος που αισθάνομαι την ανάγκη να σχολιάσω αυτό τα θέμα, έχει να κάνει στην ουσία με το κατά πόσο πρέπει να αναθεωρούμε και να προσαρμόζουμε τη διδακτική στις πραγματικές ανάγκες των εκπαιδευόμενων και όχι να θεωρούμε “δεδομένη” ή “τελειωμένη” την κατανόηση τέτοιων θεμάτων.
Από τις απλές ή γελοίες ερωτήσεις-απαντήσεις, μπορούμε να αναπτύξουμε ή να αναπροσαρμόσουμε τη μέθοδό μας και να δημιουργήσουμε την πραγματική σχέση δασκάλου - μαθητή, που είναι σε κάθε περίπτωση ανεπηρέαστη από ανούσιες κενολογίες και βεβαιότητες και υπερισχύει έναντι οποιασδήποτε “στεγνής” ύλης.
Καλό θα ήταν κάθε διδάσκων να προβληματιστεί σοβαρά από το συγκεκριμένο παράδειγμα, που δεν είναι βεβαίως το μοναδικό. Κατά τη γνώμη μου, όλοι μπορούν και οφείλουν να “δοκιμάσουν” με κάποιο αντίστοχο τρόπο τους μαθητές τους.
Αν ένας σπουδαστής δεν είναι σε θέση με τη βοήθεια του δασκάλου του να ξεχωρίσει την ιδιαιτερότητα της κίνησης σ΄αυτές τις απλές μελωδίες αλλάζοντας μόνο έναν τονισμό, προκύπτει ένα σημαντικό ερώτημα. Πώς θα μπορέσει τότε στις πιο προχωρημένες μουσικές σπουδές του να κατανοήσει και να ξεπεράσει ρυθμικά προβλήματα που παρουσιάζονται σε έργα όπως πχ. στο Grave της “Παθητικής” Σονάτας op 13 του L.V. Beethoven ή στο Πρελούδιο op 23 no 4 του S. Rachmaninov ή στο “L’ isle Joyeuse” του Cl. Debussy και πολύ περισσότερο σε έργα του 20ου και 21ου αι;